Μια ηλιόλουστη μέρα πάει ο
Χρήστος στο σπίτι του Γιάννη. Χτυπάει το κουδούνι και του ανοίγει η γυναίκα του Γιάννη.
Γεια σου Πόπη, ο Γιάννης που είναι;
Γεια σου Χρήστο, δεν ξέρω, όμως αν θέλεις μπορείς ευχαρίστως να τον περιμένεις.
Ναι αμέ, αν κεράσεις και καφέ περιμένω.
Έλα, έλα Χρήστο πέρασε.
Αφού περίμενε ο Χρήστος και άρχισε να βαριέται λέει:
Πόπη μου με συγχαρείς αλλά τόση ώρα που σε βλέπω με έχεις ανάψει. Να σου δώσω 100.000 δρχ. να μου δείξεις το βυζί σου;
Η Πόπη κοκκίνισε, πρασίνισε, αλλά τα 100.000 δρχ. είναι καλό ποσό για να δείξω το βυζί μου σκέφτηκε.
Με φέρνεις σε δύσκολη θέση Χρήστο μου αλλά αν μου δώσεις τα λεφτά ναι γιατί όχι.
Πάρε Πόπη μου, να πάρτα.
Βγάζει το βυζί της λοιπόν.
Τώρα ο Χρήστος άναψε για τα καλά.
Να σου δώσω άλλα 100.000 δρχ. να μου δείξεις και το άλλο βυζί σου;
Ναι μια που είδες το ένα στο άλλο θα κολλήσουμε; Δώσε μου τα λεφτά.
Να καλή μου, πάρε, άντε βγάλτο έξω!
Τσουπ να και και το άλλο το βυζόμπαλο πετάχτηκε μπρος στα μάτια του Χρηστάρα.
Μετά από λίγο μια που περνούσε η ώρα λέει ο Χρήστος:
- Πόπη μου πάω να φύγω τα λέμε.
Μισή ώρα αργότερα να και ο Γιάννης...
Τι γίνεται Ποπίτσα μου;
Καλά Γιάννη μου ήρθε από εδώ και Χρήστος, σε περίμενε λίγο και μετά έφυγε.
Ναι! Ποπίτσα μήπως σου έδωσε τα 200.000 δρχ. που μου χρωστάει;
ΑΝΕΜΟΣ